Η Μήνυση



Την Παρασκευή, 19 Μαρτίου 2010, ομάδα εμπόρων, συνδικαλιστών και κατοίκων του κέντρου της Αθήνας κατέθεσε την ακόλουθη μηνυτήριο αναφορά στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου:

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ κ. ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΜΗΝΥΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ

1. ΔΟΥΜΑΣ Παναγιώτης του Χαραλάμπους, μέλος Δ.Σ. Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων Αττικής, κάτοικος Αθηνών,
2. ΚΑΠΡΑΛΟΣ Παναγιώτης του Βασιλείου, αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών στην Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, κάτοικος Αθηνών,
3. ΣΑΜΟΥΧΟΥ Μαριάννα του Αναστασίου, μέλος του Δ.Σ. Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων Αττικής, κάτοικος Αθηνών,
4. ΣΟΦΡΩΝΑΣ Γεώργιος του Παναγιώτη, μέλος Δ.Σ. Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών, κάτοικος Αθηνών,
5. ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ Δημήτριος του Κωνσταντίνου, μέλος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών, κάτοικος Αθηνών,
6. ΓΙΑΝΝΑΚΕΝΑΣ Ιωάννης του Χρήστου, μέλος του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών, κάτοικος Αθηνών,
7. ΚΡΗΤΙΚΟΣ Δημήτριος του Σπυρίδωνα, κάτοικος Αθηνών,
8. ΡΕΚΑΤΣΙΝΑΣ Γεώργιος του Δημητρίου, έμπορος, κάτοικος Αθηνών,
9. ΒΑΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ Ιωάννης του Γεωργίου, κάτοικος Αθηνών

ΚΑΤΑ

1. ΚΑΚΛΑΜΑΝΗ Νικήτα, Δημάρχου Αθηναίων
2. ΠΑΠΑΔΑΚΗ Ανδρέα, Αντιδημάρχου Αθηναίων, υπευθύνου για τη Δημοτική Αστυνομία Δήμου Αθηναίων
3. Φυσικής Ηγεσίας της Ελληνικής Αστυνομίας
4. ΠΑΝΤΟΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ


1. ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Τους τελευταίους μήνες, ειδικά δε μετά το νέο έτος, οι έμποροι, οι κάτοικοι και οι επισκέπτες του ιστορικού κέντρου της Αθήνας έχουν βιώσει, οι πρώτοι ως συνέπεια στον κύκλο εργασιών τους, οι δεύτεροι ως συνέπεια στην ποιότητα ζωής τους, την παντελώς ασύδοτη δράση των μεταναστών που πραγματοποιούν ανενόχλητοι παράνομο εμπόριο.

Οι είσοδοι και έξοδοι των σταθμών του Μετρό και του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου, καθώς και τα περισσότερο κεντρικά σημεία της Πανεπιστημίου στα Προπύλαια, η Βουκουρεστίου, η Πατησίων στο ύψος της ΑΣΟΕΕ και του ΟΤΕ, αλλά και γενικότερα η ευρύτερη περιοχή του ιστορικού κέντρου της Αθήνας, είναι τα κύρια, αλλά όχι και τα μοναδικά, σημεία ανάπτυξης του παραεμπορίου.
Σύμφωνα με σχετικά στοιχεία που έχει δώσει στη δημοσιότητα ο Πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου κ. Κορκίδης, το κόστος ενός προϊόντος παραεμπορίου ανέρχεται στο 1/4 του κόστους ενός προϊόντος που μπαίνει στα ράφια ενός καταστήματος, αφού δεν καταβάλλει ούτε δασμούς, ούτε ΦΠΑ, φόρους, μισθώματα, λογαριασμούς ΔΕΚΟ, δημοτικά τέλη, μισθούς και εισφορές σε ασφαλιστικά ταμεία. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, το ύψος του ετησίου τζίρου για τα προϊόντα παραεμπορίου που διακινούνται στην Ελλάδα, κυμαίνεται από 17 έως 20 δις. Ευρώ, που κατά ακριβή εκτίμηση κοστίζει λόγω απώλειας εσόδων από φόρους και ΦΠΑ, το υπέρογκο ποσό των 5 δις. Ευρώ ανά έτος.

Κατά την ίδια ανάλυση το 57% των προϊόντων είναι ρούχα και παπούτσια, το 34% αξεσουάρ ρουχισμού, το 2,5% κινητά τηλέφωνα και αξεσουάρ, το 1,5% καλλυντικά και κολόνιες, το 2% παιχνίδια και το λοιπό 3% διάφορα προϊόντα.

Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του Αντιπροέδρου του Εμπορικού Συλλόγου Αθήνας κ. Τριανταφυλλίδη, στην εφημερίδα Free Sunday (31/1/2010), ο Σύλλογος που εκπροσωπεί, «…έχει δώσει κατά καιρούς στοιχεία στις αρμόδιες αρχές ακόμα και με τις διευθύνσεις των προμηθευτών των πλανόδιων, αλλά δεν έχει γίνει τίποτα προς την κατεύθυνση ελέγχου του παραεμπορίου…»
Στο απαράδεκτο αυτό πλαίσιο, τον τελευταίο καιρό, το όργανα της Δημοτικής Αστυνομίας αλλά και τα μεικτά κλιμάκια της ΕΛ.ΑΣ. που συμμετέχουν στις «περιπολίες» στο εμπορικό κέντρο της Αθήνας, κατά προφανή εντολή των προϊσταμένων τους, όχι μόνο αρνούνται να επιτελέσουν το ανατεθειμένο σε κείνους καθήκον, αλλά και ευθαρσώς δηλώνουν ότι οι ρητές εντολές που έχουν λάβει από τους επικεφαλής τους είναι «…να μην ενοχλούν τους παράνομους εμπόρους, παρά μόνο να τους περιορίζουν σε συγκεκριμένα σημεία του εμπορικού κέντρου, ειδικά δε κατά τις ημέρες των αργιών να τους αφήνουν να έχουν ελεύθερη πρόσβαση ακόμα και έξω από τις προθήκες των καταστημάτων, αφού αυτά είναι κλειστά!»

Τα ανωτέρω απίστευτα, αποδεικνύονται αναμφισβήτητα όχι μόνο από δεκάδες φωτογραφίες που διαθέτουμε, που απεικονίζουν τα όργανα της Δημοτικής Αστυνομίας μαζί με τα αστυνομικά όργανα της ΕΛ.ΑΣ, να ατενίζουν απαθώς τους δεκάδες παράνομους εμπόρους εκτός των καταστημάτων του κέντρου χωρίς να τους ελέγχουν, να τους κατάσχουν τα εμπορεύματα ή έστω να τους εκδιώκουν, αλλά και από το από 1/2/2010 έγγραφο του κ. Αλέξανδρου Οικονόμου, Αναπληρωτή Συντονιστή του Γραφείου Συντονισμού ΓΕΚΕ του ΛΑ.Ο.Σ. που εγγράφως αναφέρεται σε συμβάν που έλαβε χώρα ενώπιον πλήθους μαρτύρων που επικαλείται, σύμφωνα με το οποίο: « Το Σάββατο 30/1/10 στελέχη του κόμματός μας παρέστησαν μάρτυρες έντονου φραστικού επεισοδίου μεταξύ Ελληνίδας πολίτιδος και μετανάστη παρεμπόρου… Στην αρχή του πεζοδρόμου υπήρχε εκείνη τη στιγμή ομάδα περί των 6 αστυνομικών της ΕΛ.ΑΣ. και ισάριθμη περίπου ομάδα Δημοτικών Αστυνομικών, οι οποίοι απλά παρατηρούσαν το διεξαγόμενο…Σε ερώτηση των στελεχών μας προς τους αστυνομικούς της ΕΛΑΣ- με δηλωμένη την κομματική και τη δημοσιογραφική τους ιδιότητα- για το λόγο μη επέμβασής τους ώστε να σταματήσει η παράνομη εμπορία, η απάντηση που έλαβαν ήταν «Δεν είναι δική μας αρμοδιότητα αλλά της Δημοτικής Αστυνομίας…»…Μετά απ’ αυτό τα στελέχη μας απευθύνθηκαν στην Δημοτική Αστυνομία με την ίδια ερώτηση. Η απάντηση που λάβαμε ήταν: « Δεν έχουμε δυνατότητα να κάνουμε τίποτα…»…Η Δημοτική Αστυνομία παρά τις διαμαρτυρίες των πολιτών και τη σχετική απαίτησή μας να δουν οι πολίτες ότι εφαρμόζεται ο Νόμος, δεν κινητοποιήθηκε για περιπολία και απομάκρυνση των παρεμπόρων από το πεζοδρόμιο, επικαλούμενη την αναμονή ενισχύσεων! Μας παρέπεμψε δε στον Αρχηγό της για τα περαιτέρω…»

Τα ανωτέρω ενδεικτικά αναφερθέντα περιστατικά και το πλήθος των μαρτυριών που τα συνοδεύουν, αποδεικνύουν, πέρα από κάθε αμφιβολία και παρά τα λεγόμενα από την «υπεύθυνη» Δημοτική Αρχή ότι καμία απολύτως εντολή για περιορισμό, σύλληψη και παραπομπή στη Δικαιοσύνη των παράνομων εμπόρων και των προμηθευτών τους δεν λαμβάνει χώρα τόσο από την Δημοτική αρχή όσο και από την φυσική ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ. δια των οργάνων της, η δε παρουσία τους στο χώρο όπου διεξάγεται το παράνομο εμπόριο, όχι μόνο το «νομιμοποιεί» και το ενθαρρύνει στα μάτια των παράνομων, αλλά ταυτόχρονα ευτελίζει κάθε έννοια νομιμότητας της Πολιτείας και των συντεταγμένων οργάνων της έναντι της κοινωνίας.

Απόδειξη του γεγονότος ότι υπόλογη ποινικά και πολιτικά έκθετη είναι κυρίως η Δημοτική Αρχή, αποτελεί το γεγονός ότι ο Δήμαρχος Αθηναίων, με κάθε ευκαιρία, άλλοτε σαφώς και άλλοτε εμμέσως, ομολογεί διά δημοσίων δηλώσεων και τοποθετήσεών του, ότι δεν εφαρμόζει τον νόμο, δίνοντας με τον τρόπο αυτό τον τόνο και στα όργανα του Δήμου, να πράττουν ακριβώς το ίδιο, δηλαδή να παρανομούν διά παραλείψεως. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε, την τελευταία από την πληθώρα δηλώσεών του επί του θέματος, που δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Metro» στις 9/2/2010, σύμφωνα με την οποία: «…Προτιμώ οι άνθρωποι αυτοί, που δεν είναι κατ’ ανάγκη όλοι, ούτε κλέφτες ούτε εγκληματίες, να μπορούν να βγάζουν τα τριάντα, πενήντα Ευρώ – γιατί τόσα βγάζουν – και μ’ αυτά να μπορούν να ζουν και άρα να μην πεινούν – άρα να μην κλέβουν…». Είναι προφανές ότι οι ιδιαίτερες «προτιμήσεις» ενός θεσμικού οργάνου σε σχέση με το τεθειμένο Δίκαιο, εν προκειμένω του Δημάρχου Αθηναίων – δεν μπορούν επ’ ουδενί να υποκαταστήσουν ούτε το Νόμο, ούτε να αποτελέσουν κατευθυντήρια αρχή για την ερμηνεία και εφαρμογή του. Πόσο μάλλον που η απάντηση στο ψευδοδίλημμα «παρανομήστε για να μην κλέβετε ή σκοτώνετε», δεν μπορεί να ακούγεται σοβαρά από τα χείλη θεσμικού φορέα εν καιρώ Δημοκρατίας…


2. ΝΟΜΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Π.Δ. 23/2002 (ΦΕΚ Α’ 19, 7/2/2002) που ορίζει τις αρμοδιότητες του ειδικού προσωπικού της Δημοτικής Αστυνομίας, μεταξύ των καθηκόντων της είναι «…6. ο έλεγχος της τήρησης των διατάξεων που αφορούν τη δραστηριότητα γενικά των μικροπωλητών και τη λειτουργία κυλικείων σε κοινόχρηστους χώρους (άρθρο 24 Π.Δ/τος 410/95)…10, ο έλεγχος για την εφαρμογή των διατάξεων για την κοινή ησυχία, την καθαριότητα, την αισθητική των πόλεων, ευκοσμία και ευταξία (Αστ. Διατάξεις 6/1996 (Β 1028) και 3/1996 (Β15) άρθρο 17 της Υγειονομικής Διάταξης Υ1β/2000/1995 και άρθρο 417 ΠΚ…29), ο έλεγχος της τήρησης των διατάξεων που αφορούν την κατάληψη κοινόχρηστων χώρων (άρθρο 13 του β.δ. 24-9/20.10.1988, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 Ν. 1080/1980, το άρθρο 54 παρ. 4 Ν. 1416/1984, το άρθρο 26 παρ. 4 Ν. 1828/89 και το άρθρο 6 εδ. τρίτο Ν. 1800/1990, σε συνδυασμό με το άρθρο 458 του ΠΚ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ. 12 Ν. 2207/1994 σε συνδυασμό με διατάξεις που αναφέρονται στο υπαίθριο εμπόριο χωρίς άδεια επέκτασης καταστημάτων. 30, ο έλεγχος της τήρησης των διατάξεων που αφορούν το υπαίθριο εμπόριο και τις λαϊκές αγορές Ν. 2323/95, απόφ. Υφυπουργού Εμπορίου ΚΙ 2113/95 και απόφαση Υπουργού Εμπορίου Α-2 6813/95.

Εξάλλου, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις (15 ΠΚ) «Όπου ο νόμος για την ύπαρξη αξιόποινης πράξης απαιτεί να έχει επέλθει ορισμένο αποτέλεσμα, η μη αποτροπή του τιμωρείται όπως η πρόκλησή του με ενέργεια, αν ο υπαίτιος της παράλειψης είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του αποτελέσματος.».
Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 275 παρ. 1 ΚΠΔ «Προκειμένου για αυτόφωρα κακουργήματα και πλημμελήματα, οι ανακριτικοί υπάλληλοι των άρθρων 33 και 34 καθώς και κάθε αστυνομικό όργανο, έχουν υποχρέωση, ενώ οποιοσδήποτε πολίτης δικαίωμα, να συλλάβουν το δράστη τηρώντας τις διατάξεις του Συντάγματος και του άρθρου 279 του Κώδικα για την άμεση προσαγωγή του στον Εισαγγελέα.»
Σύμφωνα επίσης με το άρθρο 21 ΠΚ: «Δεν είναι άδικη πράξη την οποία κάποιος επιχειρεί για να εκτελέσει προσταγή που του έδωσε, σύμφωνα με τους νόμιμους τύπους η αρμόδια αρχή, αν ο νόμος δεν επιτρέπει στον αποδέκτη της προσταγής να εξετάσει αν είναι νόμιμη ή όχι. Στην περίπτωση αυτή ως αυτουργός, τιμωρείται εκείνος που έδωσε την προσταγή.»

Εξάλλου, σύμφωνα με το Ν. 2960 /2001 , Άρθρο 155 παρ. β «Λαθρεμπορία είναι οποιαδήποτε ενέργεια αποσκοπεί να στερήσει στο Ελληνικό Δημόσιο ή την Ευρωπαϊκή Ένωση των υπ’ αυτών εισπρακτέων δασμών, φόρων και λοιπών επιβαρύνσεων από τα εισαγόμενα ή εξαγόμενα εμπορεύματα…»

Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 394 ΠΚ «Όποιος με πρόθεση, αποκρύπτει, αγοράζει…ή με άλλο τρόπο δέχεται στην κατοχή του πράγμα που προήλθε από αξιόποινη πράξη ή μεταβιβάζει σε άλλον την κατοχή τέτοιου πράγματος ή συνεργεί σε μεταβίβαση…τιμωρείται με φυλάκιση…»

Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 259 ΠΚ: «Υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό …να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο… τιμωρείται…»

Στην προκειμένη περίπτωση τόσο οι αστυνομικοί υπάλληλοι, όσο και οι δημοτικοί αστυνομικοί, που με βάση τις ανωτέρω διατάξεις έχουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να αποτρέπουν, να διώκουν, να συλλαμβάνουν και να οδηγούν στη Δικαιοσύνη, τηρώντας τους απαραίτητους κανόνες του ΚΠΔ και της υπηρεσίας τους, τους παραβάτες για τα σοβαρά αδικήματα που προαναφέρθηκαν παράνομους εμπόρους, όχι μόνο δεν το πράττουν παραβαίνοντας εξακολουθητικά το καθήκον τους, αλλά και ενισχύουν δια της παρουσίας τους την τέλεση των εν λόγω αδικημάτων. Δεδομένης μάλιστα της ιδιαίτερης νομικής υποχρέωσης, κάθε παράλειψή τους, σύμφωνα με το άρθρο 15 ΠΚ, ισοδυναμεί με δι’ ενέργειας τέλεση του καθ’ έκαστον εγκλήματος.

Παρά ταύτα, οι μονίμως παριστάμενοι αστυνομικοί της ΕΛΑΣ και της Δημοτικής Αστυνομίας, δεν πράττουν άδικα, καθότι έλαβαν από τους ανωτέρους τους, δηλαδή την φυσική ηγεσία της ΕΛΑΣ και την πολιτική ηγεσία του Δήμου (Δήμαρχο- Αντιδήμαρχο υπεύθυνο για την Δημοτική Αστυνομία) προσταγή μη επέμβασης ( το οποίο μάλιστα και τα ίδια όργανα το δηλώνουν ευθαρσώς κατ’ ιδίαν στους πολίτες) κατά την έννοια του άρθρου 21 ΠΚ, η οποία νομικά, αίρει το άδικο των παραλείψεών τους. Η προσταγή αυτή, προφανώς είναι τυπικά νόμιμη, δηλαδή εξεδόθη με τους νόμιμους τύπους και την τήρηση της ιεραρχίας κατά την έκδοσή της, είναι όμως ουσιαστικά παράνομη, αφού έρχεται σε αντίθεση με όλο το προαναφερθέν νομικό πλαίσιο που καθορίζεται από τους ουσιαστικούς νόμους που ανεφέρθησαν. Στην περίπτωση αυτή, έχουμε ποινικά τη λεγόμενη έμμεση αυτουργία, δηλαδή την περίπτωση κατά την οποία την πλήρη ποινική ευθύνη φέρουν οι προϊστάμενοι τους, ήτοι ο Δήμαρχος, Αντιδήμαρχος καθώς και η φυσική ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ.


Επειδή έχουμε έννομο συμφέρον ως επαγγελματίες, μέλη πρωτοβαθμίων και δευτεροβαθμίων επαγγελματικών ενώσεων εμπόρων και επαγγελματιών, με θεσμικά κατοχυρωμένο ρόλο, καθώς και ξεχωριστά ο καθένας από εμάς, δραστηριοποιούμενοι στο κέντρο της Αθήνας που πλήττεται καθημερινά από τις ορδές των αλλοδαπών παρανόμων εμπόρων, να ζητήσουμε την άνευ ετέρου άμεση εφαρμογή του νόμου και την παραδειγματική τιμωρία όσων για λόγους αλλότριους, προστάζουν τα όργανα της τάξης να μην τον εφαρμόζουν.

Επειδή είμαστε φορολογούμενοι πολίτες που εν μέσω της μεγάλης οικονομικής κρίσης που βιώνει η χώρα, προσπαθούμε να επιβιώσουμε εμείς και η οικογένειές μας τίμια, καταβάλλοντας μεταξύ άλλων, στα όργανα του Δήμου της Αθήνας τα δημοτικά τέλη που απαιτεί, προκειμένου να μας παρέχει υπηρεσίες τις οποίες η πολιτική του ηγεσία, εμμέσως αρνείται.

Επειδή οι καθημερινώς παριστάμενοι αστυνομικοί και δημοτικοί υπάλληλοι κατ’ εξακολούθηση παραλείπουν να επέμβουν για να αποτρέψουν την τέλεση των εγκλημάτων της λαθρεμπορίας, καθώς και πλήθος άλλων που τυποποιούνται αναλυτικά στις προαναφερθείσες διατάξεις του Π.Δ., ενώ παρίστανται στην επ’ αυτοφώρω τέλεσή τους και διαθέτουν τα μέσα να το πράξουν.

Επειδή με την εντεταλμένη αυτή στάση τους, οι προϊστάμενες πολιτική ηγεσία του Δήμου και φυσικά η ΕΛ.ΑΣ. τελούν αναμφισβήτητα το πλημμέλημα της παράβασης καθήκοντος, αφού αποτρέπουν δολίως τα όργανα της τάξεως να προβούν στο ανατεθειμένο από την υπηρεσία και τη λειτουργία τους καθήκον της δίωξης, σύλληψης και προσαγωγής της Δικαιοσύνης των παράνομων εμπόρων, βλάπτοντας με τον τρόπο αυτό το Κράτος και εμάς.

Επειδή ως μάρτυρες επικαλούμαστε πλήθος εμπόρων του κέντρου των Αθηνών και πλήθος φωτογραφιών που αποδεικνύουν την αβελτηρία των επιφορτισμένων για έλεγχο του παρανόμου εμπορίου οργάνων, που επιφυλασσόμαστε να προσκομίσουμε, όποτε αυτό μας ζητηθεί από τις ανακριτικές αρχές.

Επειδή ως συνήγορο, πληρεξούσιο και αντίκλητο διορίζουμε τον Δικηγόρο Αθηνών κ. ΖΩΓΡΑΦΟ Ιωάννη, Μ.Δ.Ε. Ποινικού Δικαίου και Επιστ. Συνεργάτη στη Βουλή των Ελλήνων, κάτοικο Αθηνών,


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΖΗΤΟΥΜΕ

Την κίνηση ποινικής δίωξης για τα ενδεικτικώς προαναφερθέντα ποινικά αδικήματα που κατά συρροή τελούν με πράξεις και παραλείψεις τους τα καταμηνυόμενα φυσικά πρόσωπα, με τη θεσμική ιδιότητα που φέρουν, καθώς και την παραδειγματική τους τιμωρία.

Αθήνα, 19/3/2010

Μετά τιμής

Οι αναφέροντες